O ΘΡΥΛΟΣ ΤΟΥ ΑΛΚΟΟΛΙΚΟΥ ΔΡΑΚΟΥ

30 06 2009

Μια φορά και έναν καιρό , σε μια χώρα μακρινή , ζούσε ένας καλός βασιλιάς και η πανέμορφη κόρη του , ένα κορίτσι 13 χρονών , που η ομορφιά της όμως ήταν ξακουστή μέχρι τα πέρατα του τότε γνωστού κόσμου.Το βασίλειο όμως δεν ήταν πλέον ούτε πλούσιο , αλλά και οι υππηκόοι του βασιλιά δεν ήταν χαρούμενοι , ούτε χαμογελούσαν. Ο λόγος ήταν ένας μεγάλος και κακός μαύρος δράκος , ο οποίος είχε εμφανιστεί ξαφνικά μια μέρα και άρχισε να καταστρέφει τα χωράφια με τις σοδειές , να τρώει τα κοπάδια των χωρικών και γενικά να προκαλεί χάος στο βασίλειο. Ο βασιλιάς κάτι έπρεπε να κάνει για να σώσει τη χώρα του από το κακό που τους βρήκε. Αποφάσισε λοιπόν να στείλει μία ομάδα αντιπροσώπων του για να κάνει ανακωχή με το δράκο. Όταν η πρώτη ομάδα δε γύρισε πίσω , έστειλε και δεύτερη , αλλά ούτε αυτή γύρισε πίσω…Χρειάστηκε να στείλει αρκετούς απεσταλμένους μέχρι να χορτάσει ο δράκος την πείνα του και να τους αφήσει να μιλήσουν. Μετά από μερικές μέρες , η ομάδα γύρισε πίσω , μερικά άτομα λιγότερη , γιατί ο δράκος πάνω στις διαπραγματεύσεις πείνασε και έφαγε κανα δυο ακόμα , αλλά ο σκοπός είχε επιτευχθεί.Ο δράκος είχε συμφωνήσει να αφήσει ήσυχη τη χώρα , αλλά ως αντίτιμο ήθελε να του φέρνουν κάθε χρόνο 100 ζώα για να φάει , ένα τεράστιο ποσό σε χρυσά νομίσματα καθώς και μία νεαρή κοπέλα , μόλις έκλεινε τα 18 της χρόνια.

Έτσι κυλούσε ο καιρός και μαζί με το βασίλειο μαράζωνε και ο βασιλιάς , ο οποίος έβλεπε τη χώρα του να παρακμάζει λίγο-λίγο. Τον πέμπτο χρόνο , έφτασε η ώρα να ετοιμαστεί ο φόρος για το δράκο. Όλα ήταν έτοιμα , εκτός από την κοπέλα , καθώς η μοναδική στο βασίλειο ήταν η κόρη του βασιλιά , αλλά ο βασιλιάς δεν μπορούσε να αποχωριστεί τη μοναχοκόρη του τόσο απλά. Έτσι λοιπόν πήγαν τα ζώα και το χρυσό στο δράκο , ο οποίος νευρίασε και παραλίγο να φάει τους εκπροσώπους του βασιλιά , αλλά αφού το ξανασκέφτηκε , τους έδωσε διωρία μίας εβδομάδας να του πάνε και την κοπέλα , αλλιώς θα κατέστρεφε όλο το βασίλειο.

Μόλις γύρισαν πίσω οι απεσταλμένοι του βασιλιά και του είπαν τα νέα , το μόνο που σκέφτηκε ο βασιλιάς ήταν να αντιμετωπίσει επιτέλους το δράκο. Βγήκε στο μπαλκόνι του κάστρου του και αφού μάζεψε όλους τους υπηκόους του , είπε: «Όποιος καταφέρει και απαλλάξει τη χώρα μας από το δράκο θα έχει ο ανταμοιβή την κόρη μου για γυναίκα του και θα γίνει βασιλιάς μετά από μένα.» Ακούγοντας αυτά τα λόγια , αρκετοί νέοι εκδήλωσαν το ενδιαφέρον τους και από την επόμενη κιόλας μέρα ομάδες πολεμιστών ξεκινούσαν για να αντιμετωπίσουν το δράκο , με τα σπαθιά τους ακονισμένα και τις πανοπλίες τους γυαλισμένες να αντανακλούν το φώς του ήλιου.

Όταν όμως οι νέοι δε γύρισαν πίσω , όλοι κατάλαβαν τι είχε συμβεί…Αφού λοιπόν είχαν περάσει ήδη οι 5 από τις 7 μέρες της προθεσμίας , εμφανίστηκε μπροστά στο βασιλιά ένας νέος , γιος ενόα απλού αγρότη , κοντά στην ηλικία της πριγκίπισσας , αφού το όμορφο νεανικό του πρόσωπο δεν είχε ακόμα εμφανίσει ούτε ίχνος από γένεια. Κοιτάζοντας το βασιλιά κατάματα , του είπε: «Βασιλιά μου , ξέρω ότι ίσως να μην είμαι και ο κατάλληλος για την κόρη σας , αλλά έχω μία ιδέα για το πώς θα νικήσουμε το δράκο και δε θα μας ξαναενοχλήσει. Από εσάς θέλω μόνο να είναι έτοιμοι οι εκπρόσωποί σας αύριο τα μεσάνυχτα στην έξοδο της πόλης , μαζί με ένα κάρο , το οποίο θα είναι γεμάτο νταμιτζάνες με κρασί. Το γιατί δεν έχει νόημα να σας το εξηγήσω , απλά εμπιστευτείτε με και να είστε σίγουρος ότι όλα θα πάνε καλά.»Ο βασιλιάς , μην έχοντας κάτι άλλο να πει , μέσα στην απελπισία του ,, δέχτηκε.

Ήταν μεσάνυχτα της επομένης , όταν οι απεσταλμένοι του βασιλιά έφτασαν στα σύνορα της πόλης, όμως πουθενά δε φαινόταν ο νέος… Αργά-αργά , μία σιλουέττα άρχισε να διαγράφεται στο σεληνόφως, αλλά πλησιάζοντας , δεν έμοιαζε με άντρα , αλλά με κοπέλα.

«Άντε , τι με κοιτάτε; », είπε το αγόρι , ενώ όλοι τον κοίταζαν απορημένοι , γιατί είχε ντυθεί γυναίκα. Αυτό λοιπόν ήταν το σχέδιό του , να πάει ο ίδιος ως θυσία στο δράκο. Το τι θα κατάφερνε δεν το ήξερε κανείς…

Έπειτα από 2 ώρες δρόμο , φτάσανε στη σπηλιά που είχε τη φωλιά του ο δράκος. Εκεί ο νέος τους είπε να αφήσουν το κάρο και να φύγουν και να περιμένουν να γυρίσει την άλλη μέρα στην π[όλη. Αν δε γυρνούσε , καλύτερα να ετοίμαζαν στρατό για να πολεμήσουν το δράκο.

Στάθηκε έξω από τη σπηλιά και είπε με δυνατή φωνή , αλλάζοντάς την λίγο ώστε να μοιάζει γυναικεία: «Ω παντοδύναμε δράκε , ήρθα , είμαι εδώ ως θυσία σε σένα!»

Ακούγοντας ανθρώπινη φωνή ο δράκος πετάχτηκε έξω. «Επιτέλους , νόμιζα ότι με ξέχασαν!Αλλά ευτυχώς περνούσα δημιουργικά την ώρα μου!» , είπε και γέλασε δυνατά , δείχνοντας τους σωρούς από πανοπλίες , ό,τι είχε απομείνει από όσους προσπάθησαν να τον σκοτώσουν.

«Πριν με φας δράκε , έχω να σου ζητήσω μία τελευταία χάρη , που πιστεύω ότι δεν θα μου την αρνηθείς.» , είπε ο νέος , του οποίου η μεταμφίεση είχε ξεγελάσει το δράκο.

«Να την ακούσω την επιθυμία σου αυτή και μετά θα δούμε αν θα την πραγματοποιήσω» , απάντησε ο δράκος.

«Θα ήθελα πριν με φας να πιούμε λίγο κρασί , το οποίο έφερα από το κελάρι του ίδιου του βασιλιά και είναι το καλύτερο στο βασίλειο.Βλέπεις το κάρο εκεί ; Είναι γεμάτο κρασί της καλύτερης ποιότητας.»

Χωρίς να απαντήσει , ο δράκος πήρε το κάρο μέσα στη σπηλιά και άρχισε να πίνει λαίμαργα το κρασί , το οποίο όντως ήταν πολύ καλό και πολύ δυνατό. Μαζί του έπινε και ο νέος , με μέτρο όμως , γιατί είχε και άλλα πράγματα στο μυαλό του. Αφού μετά από μόλις μία ώρα ο δράκος έπεσε για ύπνο από το ποτό , ο νέος με αργά και όσο γινόταν πιο αθόρυβα βήματα βγήκε από τη σπηλιά και σκαρφάλωσε στην κορυφή της εισόδου , όπου βρήκε μία τεράστια πέτρα.Εκεί , αφού πήρε ένα μεγάλο κομμάτι ξύλο , το σφήνωσε κάτω από την πέτρα με σκοπό μόλις βγει ο δράκος να το χρησιμοποιήσει ως μοχλό και να του ρίξει την πέτρα και να τον σκοτώσει.

«Βοήθεια δράκε , κάποιος θέλει να με κλέψει!» , φώναξε ο νέος και ο δράκος πετάχτηκε αμέσως έξω.

«Ποιος τολμά να κλέβει το φαϊ μου;» ούρλιαζε ο δράκος και έτρεξε έξω.

Εκεί τον περίμενε μια έκπληξη , γιατί δεν έβλεπε κανέναν , ούτε το «φαϊ»του.

«Εδώ πάνω!» , είπε ο νέος τη στιγμή που του έριχνε την πέτρα , καταπλακώνοντάς τον.

Είχε ήδη ξημερώσει και ο στρατός του βασιλείου ξεκίνησε για την τελική μάχη με το δράκο. Εν τω μεταξύ , ο νέος προσπαθούσε να βάλει το νεκρό δράκο στο κάρο και μόλις που τα είχε καταφέρει . Ο στρατός με το παλικάρι συναντήθηκαν στη μέση της διαδρομής και γύρισαν μαζί προς την πόλη με το χαμόγελο ζωγραφισμένο στα χείλη όλων.

Μπήκαν θριαμβευτές από την πύλη , με τους πολίτες να ζητωκραυγάζουν! Φτάσανε μπροστά στο βασιλιά , οποίος γέμισε με χρισάφι το παλικάρι και του έδωσε και την κόρη του να παντρευτεί. Και μετά από χρόνια , το παλικάρι , ο γιος οτυ χωρικού έγινε βασιλιάς και το βασίλειο έγινε όπως παλιά και όλοι ήταν ευτυχισμένοι και ζήσαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα…

dimit031


Ενέργειες

Information

Σχολιάστε