ΣΥ.Μ.Π.ΑΝ part 6 chapter 1

8 08 2009

– η πρώτη ερώτηση ήταν σε έναν θείο μου υπέρμαχο των στρατιωτικών επιχειρήσεων της ομοσπονδίας πριν απο πέντε χρόνια περίπου, είπε νωχελικά ο Πιτ, τον ρώτησα ότι εφόσον υποστηρίζει το στρατιωτικό πρόγραμμα της γης γιατί δεν πάει να πολεμήσει για να σώσει τον πλανήτη του όπως υποστήριζε, βεβαία σαφή απάντηση δεν πήρα παρά μόνο κάτι μίσολογα του στυλ οτι έχει γεράσει πλέον έχει και οικογένεια και γενικά απέφευγε να πει οτι πολύ απλά φοβάται να καταταγεί.
Ο δεύτερος που ρώτησα ήταν ένας φίλος μου αριστερών πεποιθήσεων και ιδεών,
Σαν το νούμερο που είδες πριν από λίγο Ρομπερτ, μια μέρα τον είχε πιάσει ένα αντιπολεμικό ντελίριο καθώς πίναμε τον καφέ μας και άρχισε να μιλάει για επιστροφή των στρατιωτών μας πίσω στη γη, οτι ο πόλεμος δεν είναι δικός μας είναι της ομοσπονδίας και κάτι αριστερές ιδεολογίες απο τις οποίες δεν καταλάβαινα και πολλά και μου βγήκε αυθόρμητα η ερώτηση οτι αν κάνουμε όλα αυτά οι εξωγήινοι
θα μας αφήσουν στην ησυχία μας? Γιατί απ’οτι θυμάμαι οι εξωγήινοι μας επιτέθηκαν πρώτοι.
Τι απάντησε? είπε με ενδιαφέρων ο Μαξ.
-Ποτέ δεν πήρα απάντηση, με το που έθεσα το ερώτημα μου κάθισε σταυροπόδι και άρχισε να μιλάει για ποδόσφαιρο. Είπε ο Πιτ με ένα μικρό γελάκι να σχηματίζεται στο πρόσωπο του.
-Εσύ τι άποψη έχεις ομως? Ρώτησε ο Τζον που έχοντας τον αναπτήρα στο χέρι του έτοιμος να ανάψει ένα τσιγάρο.
-εκτός του οτι πρέπει να κόψεις το κάπνισμα, είπε γελώντας ο Πιτ, προτιμώ να φτάσουμε εμείς πρώτοι σε αυτούς, παρά να έρθουν αυτοί σε εμάς.
-ωραία άποψη Πιτ! Αναφώνησε ο Μαξ. Αλλά δεν είναι λόγος αυτός να καταταγείς.
-συμφωνώ και εγώ. συμπλήρωσε ο Ρομπερτ.
-παίδες οτι και να λετε ήδη έχω κάνει τα χαρτιά μου σε 15 μέρες παρουσιάζομαι.
Η σιωπή έκανε πάλι την εμφάνιση της, οι τέσσερις φίλοι αμήχανα κοίταζαν σε κάθε γωνία της καφετέριας.
-θα κατέβω στην πορεία, είπε αποφασιστικά ο Τζον. Κάνοντας τους φίλους του να γυρίσουν απότομα προς το μέρος του.

kalanapathw
Συνεχίζεται
και ριξτέ μια ψήφο στο poll!
ευχαριστώ





ΣΥ.Μ.Π.ΑΝ part 5 chapter 1

24 07 2009

. Σαν υπογραφή είχε το άλφα των αναρχικών.
Το φυλλάδιο πέρασε στην διπλανή δυάδα, ο Μαξ το βούτηξε από τον Τζον με ένα βλέμμα ανυπομονησίας, με το που πήρε το φυλλάδιο στα χέρια του έκανε ένα βλέμμα αποστροφής και το έδωσε στον Ρομπερτ, ο Τζον υποψιάστηκε τον λόγο που αντέδρασε έτσι ο Μαξ ήταν φανατικός υποστηρικτής της ομοσπονδίας και επίσης στις λίγες πορείες που που έκαναν οι αναρχικοί, σχεδόν μια κάθε χρόνο, το μαγαζί του πάτερα του συνήθως βρισκόταν στο επίκεντρο των συγκρούσεων διαδηλωτών και αστυνομίας με αποτέλεσμα το μαγαζί με ρούχα του πατέρα του Μαξ συχνά να καταλήγει με σπασμένη βιτρίνα και μερικές φόρες ,ακόμα χειρότερα, λεηλατημένο.
Ο Ρομπερτ διάβαζε προσέχτηκα το περιεχόμενο του φυλλαδίου. Οταν τελείωσε την ανάγνωση με μια απότομη κίνηση το μετέτρεψε σε μία άμορφη χαρτίνη μάζα.
-Λέτε όντως να είναι τόσοι πολλοί οι νεκροί? Ρώτησε με εμφανή λύπη ο Ρομπέρτ.
-ηλιθιότητες. Απάντησε κοφτά ο Μαξ. Η Ομοσπονδία θα το είχε ανακοινώσει αν όντως γινόταν κάτι τέτοιο.
-Μαξ μην είσαι τόσο απόλυτος, είπε μέσα απο τα δόντια του ο Τζον, διάβασα στον ελεύθερο κόσμο οτι η συμπαντική συμμαχία κάνει αντεπίθεση και μας έχει τσακίσει σε αρκετά ηλιακά συστήματα.
-Είσαι σοβαρός? Είπε οργισμένα ο Μαξ. Διαβάζεις την σελίδα αυτών των προδοτών, αύτων των άχρηστων που καταταγήκανε και το μόνο που κάνουνε είναι να εναντιώνονται στην ομοσπονδία αντί να προσπαθήσουνε να στείλουνε στο διάολο Κανά εξωγήινο.
Το κλίμα στην παρέα άρχισε να δυναμιτίζετε, ώσπου η φωνή του Πιτ λειτούργησε κατασταλτικά.
-Μήπως πρέπει να καταταγούμε? Είπε διστακτικά. Η παρέα έμεινε αποσβολωμένη κοιτώντας τον.
-Είσαι σοβαρός Πιτ?είπε ο Ρομπερτ κοιτώντας τον με αμφιβολία.
-Ναι. απάντησε ξέρα ο Πιτ.
-Πιτ ξέρεις στον πόλεμο σκοτώνονται άνθρωποι. Είπε με παιχνιδιάρικο βλέμμα ο Μαξ.
-αλλά θα έχουμε μια ευκαιρία να στείλουμε στον διάολο Κανά εξωγήινο όπως λες και εσύ. Είπε αργά και καθαρά ο Πιτ.
-Τζον! Σειρά σου. Είπε παραδομένος ο Μαξ. Κοιτώντας με οίκτο τον φίλο του.
-Πιτ, Αναφώνησε ο Τζον, σε ένα πόλεμο πρέπει ή να σκοτώσεις ή να σκοτωθείς , πιστεύεις οτι μπορείς να αντέξεις κάποιο απο τα δυο ή και τα δύο?
-Δεν με νοιάζει, και ούτε φοβάμαι αλλά έχω βαρεθεί πλέον, από μικρός θυμάμαι δυο ρεύματα, τους υπέρμαχους του πόλεμου και τους ενάντιους. Όμως κανείς απο τους δύο δεν μου έδωσε κάποια σαφή απάντηση.
-Ποίες ήταν οι ερωτήσεις? Ρώτησε ο Ρομπερτ με βλέμμα γεμάτο ενδιαφέρων.

kalanapathon
next 8/8/09





ΣΥ.Μ.Π.ΑΝ part4 chapter 1

10 07 2009

Το Mall απείχε μόνο δέκα λεπτά με τα πόδια απο το σπίτι του Τζον, αλλά δεν είχε όρεξη για περπάτημα, βασικά το είχε διαπιστώσει και ο ίδιος οτι τον τελευταίο καιρό είχε γίνει πολύ τεμπέλης, πίστευε οτι η δουλεία του τον είχε φέρει σε αυτό το επίπεδο, επειδή δεν του άρεσε αυτοτιμωρούταν κάνοντας τον εαυτό του νωθρό.
Ανέβηκε στο μηχανάκι και σε τρία λεπτά βρισκόταν στο παρκινγκ του εμπορικού.
το Κλείδωσε , και ανέβηκε τις σκάλες, βρήκε την παρέα του στην κλασσική καφετέρια που συχνάζανε, μαζί με τον Ρομπερτ ήταν ο Πιτ και ο Μαξ.
Ο Πιτ και ο Μαξ ήταν σαν αδέλφια είχαν σχεδόν τον ίδιο σωματότυπο, λίγο πιο κοντοί απο το 1.80 και με ελαφρώς περιττά κιλά, η μόνη διαφορά τους πλην του χρώματος των μαλλιών, ο Πιτ ήταν καστανός και ο Μαξ ήταν μελαχρινός, ήταν οτι ο Πιτ ήταν υπερβολικά ντροπαλός ενώ ο Μαξ ήταν υπερβολικά κοινωνικός ενώ συχνά γινόταν αλαζόνας. ο Τζον χαιρέτησε την παρέα με ένα νεύμα πείρε μια καρεκλά απο ένα διπλανό άδειο τραπέζι και κάθησε δίπλα απο τον Πιτ.
-καλώς τον υπναρά. Είπε ο Μαξ.
-φαίνεσαι λίγο κομμένος. Είσαι καλά? Συμπλήρωσε ο Πιτ χαμογελαστός.
– απλά είδα ένα κακό όνειρο. Μια χαρά είμαι ή τουλάχιστον έτσι πιστεύω. Είπε με ενα μειδίαμα ο Τζον. Την συζήτηση διέκοψε η σερβιτόρα.
-τι θα πάρετε? Ρώτησε ευγενικά.
Στην παρέα επικράτησε σιγή και οι τέσσερις χάζευαν την κοπέλα, γύρω στα 25, αρκετά ψηλή για γυναίκα, με πλατίνε μαλλιά, πράσινα μάτια και τέλειες αναλογίες.
-έχετε αποφασίσει? ρώτησε ξανά.
-φέρε μας τέσσερις εσπρέσο μέτριους. Είπε με γλυκιά φωνή ο Μαξ.
-Μαξ είσαι εντυπωσιακός στο φλερτ .Σχολίασε γελώντας ο Ρομπερτ.
Η κουβέντα μέχρι να έρθει η παραγγελία περιορίστηκε γύρω απο τα προσόντα της σερβιτόρας. Οι τέσσερις εσπρέσο δεν άργησαν να έρθουν και σερβιρίστηκαν με χάρη απο την νέαρη κοπέλα.
Ο καθένας πείρε την κούπα του μπροστά του.
-Λοίπον τι έγινε στο όνειρο? Ρώτησε περιπαίχτηκα ο Ρομπερτ.
-Τίποτα μωρέ κυνηγούσα κάτι εξωγήινους. Είπε σχεδόν ψιθυριστά ο Τζον βουλιάζοντας στην καρέκλα του.
-Τζον ο κυνηγός εξωγήινων. Είπε ο Μαξ και η παρέα ξέσπασε σε γέλια.
-Μήπως πρέπει να καταταγείς? Είπε ο Ρομπερτ γελώντας.
Ο Τζον έριξε μια αγριεμένη ματιά στους φίλους τους και τα γέλια κόπασαν.
Ο Τζον δεν είχε πρόβλημα με τον σαρκασμό και πιθανότατα αμα είχε καλύτερη διάθεση θα ακολουθούσε και αυτός την πλάκα των φίλων του όμως το όνειρο τον είχε ρίξει πολύ ψυχολογικά
-Πάντως σκέψου το Τζον, θα μπορούσες να γίνεις ο νέος στρατάρχης της ομοσπονδίας, αρκεί να καταταγείς. είπε με ένα μικρό μειδίαμα στα χείλη ο Πιτ.
Ο Τζον έσκασε ενα μικρό χαμόγελο. Κάτι πήγε να πει αλλά τον διέκοψε η φωνή του Ρομπερτ.
-Ωπ, μόλις μπήκε ενα νούμερο μέσα στην καφετέρια. Οι τέσσερις φίλοι γύρισαν προς την είσοδο. Ο Τζον είδε αυτόν που ο Ρομπερτ αποκάλεσε νούμερο, ήταν ένας νεαρός γύρω στα 25 αδύνατος με μακριά μαύρα μαλλιά και μούσια ντυμένος με κουρέλια, κράταγε σφιχτά στην αγκαλιά του ένα πάκο φυλλάδια, για κάποιο λόγο έδειχνε φοβισμένος, πλησίασε και άφησε πάνω στο τραπέζι ενα φυλλάδιο
-Για το κάλο της γης. Μουρμούρισε και έφυγε γρήγορα.
Ο Πιτ πείρε το φυλλάδιο στα χέρια του το κοίταξε για λίγο, στο πρόσωπο του σχηματίστηκε μια απροσδιόριστη εκφράσει. Το φυλλάδιο πέρασε στα χέρια του Τζον.
Στο πάνω μέρος έγραφε με μεγάλα γράμματα τριάντα εκατομμύρια νεκροί δεν είναι αρκετοί? Από κάτω συμπλήρωνε. μέσα σε μία βδομάδα τριάντα εκατομμύρια άνθρωποι έχουν χάσει την ζωή τους για αυτούς που εσείς αποκαλείτε ομοσπονδία της γης. Ας τους δώσουμε ένα ηχηρό μήνυμα. Πορεία στις 13/9 5 η ώρα το απόγευμα στην κεντρική πλατεία. ΟΧΙ άλλους νεκρούς για αυτούς.

kalanapathon





ΣΥ.Μ.Π.ΑΝ part 3 chapter 1

5 07 2009

Σε λίγα λετπά η ώρα θα γινόταν τεσσερίς, ο Τζον γύρισε κουρασμένος τα κλείδια και ανοίξε την πόρτα του σπιτίου του, πέταξε το μπούφαν του στο πάτωμα και έπεσε με δύναμη μπρούμητα στο κρεβάτι, αυτή ήταν απο τις λίγες φορές που χαιρόταν για το μικρό του σπίτι, συνολικά είχε δυο δωμάτια, το ενα ήταν η τούαλετα η οποία ηταν αρκετά μικρή και ίσα ίσα χωρούσε ο Τζον να κάνει τις δουλείες του,ενω το άλλο δωμάτιο ηταν ο πολύχωρος, όπως τον ονόμαζε ο Τζον ,εκεί ειχε στριμώξει τον διθέσιο καναπέ του, ένα μονό κρεβάτι, μία ραφίερα με την τηλεόραση και το έπιπλο του υπολογιστή του, βεβαία το κρεβάτι ήταν μπρόστα στην πόρτα ώστε ο Τζον να ξαπλώνει κατεύθειαν οταν γυρίζει απο μία κουραστίκη μέρα. Πίστευε οτι θα κοιμόταν με το που ξάπλωνε αλλα ο Μορφέας μάλλον είχε άλλες δουλιές και δέν έλεγε να πέρασει απο την γειτονία του.Οσο στριφογύριζε στο κρεβάτι πέρασαν διάφορες σκέψεις απο το μυαλό του, ήθελε να μιλήσει περισσότερο με τον Ρομπερτ και να του πει όσα είχε βρει στο internet αλλά λόγο του φόρτου εργασίας αρκέστηκαν σε λίγο χαβαλέ στα λίγα λεπτά που συναντήθηκαν, μετά πέρασε απο το μυαλό του ο κύριος Μαρτιν, δεν τον συμπαθούσε ιδιαίτερα, αλλά στην σκέψη του πιθάνον εξαφανισμένου γιου του, άρχισε να σκεφτεταί οτι το αφεντίκο του δεν ήταν τόσο κακό, ενώ νοερά φανταζόταν τον Λωρενς να τρέχει με το όπλο στο χέρι σε κάποιον άγονο πλανήτη και ξαφνίκα μια έκρηξη απο βόμβα πλάσματος να τον κάνει κομμάτια,ίσως και αυτό να σήμαινε το εξαφανισμένος, οτι δεν βρήκαν τίποτα απο τον Λωρενς για να στείλουν πίσω.
Μετά απο πολλές στροφές στο κρεβάτι κατάφερε να αποκοιμηθεί, όμως τα όνειρα του τα στοίχειωναν εφιάλτες, κυρίως λάμψεις, κραύγες και σκιές που άλλοτε τον πλησίαζαν και άλλοτε τον ακολουθούσαν, Ο χείροτερος απ’όλους όμως έφερνε τον Τζον μέσα σε μια σκοτείνη και πυκνή ζούγκλα, περπατούσε με δυσκολία και στα χέρια του κρατούσε ενα παραλληλόγραμμο κομμάτι απο μέταλλο ,δεν το πέταξε γιατί ένοιωθε οτι θα το χρειαστεί,ξαφνικά το σκοτάδι έγινε πίο πυκνό, όλη η βλάστηση γύρω του εξαφανίστηκε,τσιριχτά γέλια ξεσπούσαν και τρομαχτικά παράξενοι ήχοι ακουγόντουσαν σποράδικα. Ο Τζόν προσπάθησε να τρέξει αλλά τα πόδια του κολλούσαν στο έδαφος ,πάνω στην προσπαθεία να φύγει όσο πιο μακρία μπορούσε απο αυτό το τρομακτικό μέρος, μία αόρατη δύναμη τον πέταξε κάτω. Το μέταλλο έφυγε από το χέρια του και χάθηκε στο σκοτάδι. Τότε οι σκιές εμφανιστήκαν σιγά-σιγά γύρω απο τον Τζον, μια αργόσυρτη λυπητερή μελώδια σαν το θρόισμα του ανέμου άρχισε να ακούγετε απο μακριά και οι σκιές άρχισαν να στενεύουν τον κλοιό που είχαν δημιουργήσει,ο Τζον έψαχνε απεγνωσμένα το μεταλλικό κομμάτι, τα χέρια ακουμπούσαν το παγωμένο έδαφος τρέμοντας απο φόβο, πλέον με κάποιο τρόπο ήξερε οτι το μέταλλο θα μπορούσε να διώξει τις σκιές. Όμως οι σκιές είχαν πλέον πλησιάσει στο ένα μέτρο μακριά απο τον Τζον ,η πιο ψήλη από αυτές άρχισε να σηκώνει το ημιδιαφανές χέρι της δείχνοντας τον Τζον, ο Τζον προσπάθησε να ουρλιάξει αλλά δεν βγήκε ούτε ένας ήχος απο το στόμα του. Το τεντωμένο χέρι της σκιάς πλέον απείχε λίγα εκατοστά απο το κεφάλι του Τζον και τότε ένας διαπεραστικός ήχος άρχησε να του τρυπάει τα αυτιά.
Ο Τζον πετάχτηκε όρθιος ουρλιάζοντας κούνησε αμυντικά τα χέρια του για να διώξει τις σκιές όμως με το που έφυγε η θολούρα του αποτόμου ξυπνήματος διαπίστωσε ότι βρισκόταν στήν ασφάλεια του σπιτιού του, ο ήχος που του τρυπούσε τα αφτία ήταν ο ήχος κλήσης του κινητού του, και προφανώς δεν μπορούσε να κινήθει γιατι το σεντόνι είχε μπλεχτεί στα ποδία του. Γέλασε με τον εαύτο του επειδή φοβήθηκε, αλλά το ονείρο ηταν πολύ ζωντανό. Αρχίσε να ψάχνει το κινήτο του στο πάτωμα στα αριστερά του κρεβατιού.
Έπιασε το κινητό και είδε οτι να τον καλεί ο Ρομπερτ.
-Έλα φιλαράκι, τι ώρα είναι? Είπε ο Τζον ενώ το πρόσωπο του Ρομπερτ εμφανίστηκε στην οθόνη του κινητού.
-Πάει σχεδόν δύο το μεσημέρι, ακόμα κοιμάσαι ρε ψοφίμι? Είπε γελώντας ο Ρομπερτ.
-Συγγνώμη κιόλας, αλλά δεν κοιμήθηκα στο κρεβάτι σου νομίζω για να σε νοιάζει αν κοιμάμαι ακόμα. Απολογήθηκε αμυντικά ο Τζον.
-Καλά καλά γκρινιάρη θα πάμε με τα παιδία για καφέ στο ΜΑLL όταν σηκωθείς έλα. Είπε ο Ρομπερτ και έκλεισε το τηλέφωνο.
Ο Τζον ξέμπλεξε τα πόδια του απο το σεντόνι και σηκώθηκε όρθιος, ένας καφές θα ήταν ότι πρέπει για να ξεχάσει το όνειρο του, φόρεσε στα γρήγορα ένα παλιό τζίν και ένα μαύρο πουλόβερ, έβαλε βιαστικά τα παπούτσια του και βγήκε απο το σπίτι.

συνεχιζεται kalanapathon
επομενο κομματι 10/7





ΣΥ.Μ.Π.ΑΝ part 2 chapter 1

3 07 2009

Ο Τζον καβάλησε το μηχανάκι του και πήρε τον κεντρικό δρόμο που έβγαζε κατευθείαν στην πιτσαρία που δούλευε. Ο κύριος Μάρτιν τον περίμενε έξω απο το μαγαζί με σταυρωμένα τα χέρια, ο Τζον διέκρινε την κοντόχοντρη σιλουέτα του αφεντικού του και ήταν σίγουρος ότι θα άκουγε το κλασσικό παραμυθάκι.
-Πάλι άργησες Τζον!Η πιτσαρία μας έχει ένα όνομα πενήντα χρόνια ιστορίας απο το 1997,δεν γίνετε ένας ξερακιανός σαν εσένα να δυσφημεί τους προγόνους μου που έδωσαν το αίμα τους για αυτό το μαγαζί, γρήγορα τσακίσου πάρε το κουτί σου και φύγε.
Αντί αυτού ο κύριος Μαρτίνς ήταν σκυθρωπός,
-Τζον τελευταία φορά. Είπε μέσα απο τα δόντια του το αφεντικό.
Ο Τζον τον κοίταξε σαστισμένος καθώς έμπαινε στο μαγαζί, το βλέμμα του έψαξε το φιλαράκι του, ώσπου τον βρήκε πίσω απο τον πάγκο τον παραγγελιών. Του έκανε ενα ερωτηματικό νεύμα δείχνοντας προς το μέρος του κύριου Μάρτιν.
Ο Ρομπερτ τον πλησίασε, οι δύο τους ήταν σαν την μέρα με την νύχτα, ο Τζον γύρω στο 1.85 αρκετά αδύνατος για το ύψος του με ατημέλητα μαύρα μαλλιά και καστανά μάτια με β διαλογής ρούχα όπως ξεθωριασμένα πουλόβερ και παλιά τζιν, δουλεύοντας για να ζήσει, ενω ο Ρόμπερτ ήταν σχετικά κοντός λίγο πιο πάνω απο το 1.70 αλλά αρκετά μυώδης, τα κοντά ξανθά μαλλιά του έδεναν άψογα με υις φακίδες στο πρόσωπο του, ενώ τα ρούχα του πρέπει να κόστιζαν οσο όλο το μηνιάτικο του Τζον, βέβαια δεν είχε πρόβλημα με τα λεφτά, ο Ρομπερτ δούλευε πιο πολύ απο χόμπι.

-Θυμάσαι τον Λόρενς? Ένα χοντρό παιδί που δούλευε πίσω στους φούρνους. Δυο χρόνια μικρότερο από εμάς? Είπε χαμηλόφωνα ο Ρομπερτ.
-Τον τρελό που παράτησε την πιτσαρία για να πάει να καταταχθεί? Του κάναμε και πάρτι επειδή έφευγε αν θυμάμαι καλά. Αποκρίθηκε ο Τζον.
-δηλώθηκε εξαφανισμένος απο τον ομοσπονδιακό στρατό, υπηρετούσε στον γαλαξία
Κρόμον. Είπε ακόμα πιο χαμηλόφωνα ο Ρομπερτ.
-Καλά εντάξει. είπε ο Τζον, αλλά γιατί μιλάς ψιθυριστά? Ρώτησε τον Ρομπερτ.
– Ξύπνα Τζον, το επίθετο του ήταν Μαρτιν, ήταν ο γιος του αφεντικού.
Ο Τζον σάστισε ο Λωρενς ήταν το πρώτο άτομο που γνώριζε και σκοτωνόταν, αν βεβαία όντως είχε σκοτωθεί και δεν ήταν όπως έλεγε η Ομοσπονδία εξαφανισμένος.
Αμίλητος πήρε τρεις παραγγελίες στα χέρια και κατευθύνθηκε προς το μηχανάκι του. Το όνομα του Γαλαξία Κρόμον το είχε ξαναβρεί μπροστά του ,βασικά το είχε ξανακούσει πριν από μίση ώρα περίπου όταν καθόταν μπροστά στον υπολογιστή του και διάβαζε για την εχθρική δραστηριότητα, ο Γαλαξίας Κρόμον ήταν μέσα στην λίστα των επιχειρήσεων.
Το καπάκι απο το κουτί των παραγγελιών έκλεισε. Με το που καβάλησε το μηχανάκι όλες οι σκέψεις του χάθηκαν, ήταν ώρα να δουλέψει πλέον, στο μυαλό του άρχισαν να σχηματίζονται νοεροί χάρτες με τα σπίτια που έπρεπε να παραδώσει παραγγελίες.
Πάτησε το κουμπί εκκίνησης του κινητήρα και χάθηκε μέσα στον απογευματινό ήλιο.

συνεχίζεται kalanapathw ΕΠΟΜΕΝΟ ΚΟΜΜΑΤΙ 5/7





ΣΥ.Μ.Π.ΑΝ part1 chapter1

30 06 2009

Ο Τζον έσβησε νωχελικά το τσιγάρο του στο τασάκι και συνέχισε αργά να κάνει ζάπινγκ στην τ.ν ψάχνοντας να βρει κάτι να του κεντρίσει το ενδιαφέρον,
Ξαφνικά σε ολα τα κανάλια εμφανίστηκε το ομοσπονδιακό έμβλημα της γης, ενα ανθρώπινο χέρι πάνω στο οποίο σχηματίζεται η μορφή της γαίας, ο Τζον ανασκουμπώθηκε στάνταρ θα έδειχναν πάλι τους στρατιώτες της
Ομοσπονδίας να κατατροπώνουν τους εξωγήινους, αν και φιλειρηνιστής
Οι εικόνες του πολέμου ξύπναγαν τις παιδικές μνήμες του όπου μαζί με τους συνομήλικους του αναβίωναν την αμείλικτη άμυνα της γης έναντι στους πρώτους εισβολείς, του πρώτου διαγαλαξιακού πολέμου που είχε πάρει μέρος η γη, 2 χρόνια πριν γεννηθεί ο Τζον.
Αυτή την φόρα όμως η τ.ν αναστάτωσε τον Τζον οι ρεπόρτερ έδειχναν τρομοκρατημένοι αν και προσπαθούσαν να το κρύψουν, οι εικόνες ήταν τραγικές έδειχναν το προκεχοριμενο φυλάκιο στο πλανητικό σύμπλεγμα ΖΟΝΑΡ-5
Οι ρεπόρτερ ανακοίνωναν οτι τα ομοσπονδιακά στρατεύματα δεχόντουσαν σφοδρή
Επίθεση στις θέσεις τους, αλλά το επίπεδο του έμψυχου δυναμικού της ομοσπονδίας ήταν έτοιμο να αποκρούσει οποιαδήποτε απειλή για το καλό της γης και των αποικισμένων πλανητών της. Ο Τζον άρχισε να χαζεύει το φόντο της τηλεόρασης
Εκατοντάδες στρατιώτες έτρεχαν σαν μυρμήγκια στα χαρακώματα, νοσοκόμοι κουβαλούσαν φορεία με τραυματίες, οι νεκροί σκέπαζαν όλο το έδαφος μπροστά απο την κάμερα στον ουρανό έβλεπε μπλε ριπές απο laiser , ενώ γαβγίσματα εντολών, κραυγές, Ριπές συμβατικών οπλών ακόμα και κλάματα συμπλήρωναν το ηχητικό υλικό.
Ο Τζον άναψε μηχανικά ένα τσιγάρο και άρχισε να σκαλίζει ένα πάκο με χαρτιά που είχε πάνω στο τραπέζι του σαλονιού του, ένα φιλαράκι του από την δουλεία του είχε δώσει μια σελίδα στο internet απο την οργάνωση ελεύθερος κόσμος η οποία αποτελούταν κυρίως από απόστρατους και εν ενεργεία στρατιωτικούς, οι οποίοι χακαρόντας το ομοσπονδιακό firewall, είχαν δημιουργήσει ένα σίτε στο οποίο έγραφαν λεπτομερώς όλα τα συμβάντα του πολέμου, απώλειες, στρατιωτικές επιχειρήσεις, δημοσίευαν γράμματα στρατιωτών ακόμα και βίντεο απο συμπλοκές.
Άρχισε να κατεβάζει γρήγορα την σελίδα προς το τέλος της ώσπου σταμάτησε σοκαρισμένος, η ομοσπονδία στο τηλεοπτικό της δίκτυο δεν είχε αναφέρει οτι διεξαγόταν μια μαζική στρατιωτική επιχείρηση απο τους εχθρούς της γης και των συμμάχων της με σκοπό να βγει στην αντεπίθεση η <>. Το μάτι του έπεσε πάνω στις απώλειες, μέσα σε μια μέρα πολεμικών επιχειρήσεων ο στρατός της ομοσπονδίας είχε συνολικά 14.563.871 νεκρούς και πάνω απο 20 εκατομμύρια τραυματίες, ενώ οι σύμμαχοι είχαν και αυτοί εκατομμύρια νεκρούς. Στην συνεχεία ανέφερε φυλάκια που είχαν καταστραφεί συντάγματα, τάγματα και λόχους που είχαν αποδεκατιστεί, με αποκορύφωμα
Τα δυο Συντάγματα επίλεκτων που επιχειρούσαν στον ΖΟΝΑΡ-5 είχαν συνολικές απώλειες πάνω απο 1 εκατομμύριο νεκρούς και άγνωστο αριθμό τραυματιών μέσα σε λίγες ώρες ,τότε μια λέξη τον πάγωσε, το τέλος του άρθρου έγραφε με κεφαλαία γράμματα ΕΠΙΚΕΙΤΑΙ ΕΠΙΣΤΡΑΤΕΥΣΗ.
Την παγώμαρα του έσπασε το κουδούνισμα του hi- tech κινητού του, πετάχτηκε όρθιος και το βούτηξε απο το τραπέζι, πάτησε το κουμπί και απάντησε στην κλήση. Στην οθόνη εμφανίστηκε το πρόσωπο του αφεντικού του.
– που είσαι Τζον? Είπε με βαριά φωνή
– τώρα καθοδόν είμαι κύριε Μάρτιν. Αποκρίθηκε απολογητικά ο Τζον
– διάολε ακόμα σπίτι είσαι? Ένα σωρό παραγγελίες περιμένουν, τσακίσου.
– μάλιστα κύριε Μάρτιν έρχομαι, είπε ο Τζον και έκλεισε το κινητό,
Αϊ στο διάολο μαλάκα ψέλλισε άρπαξε το μπουφάν του απο την κρεμάστρα, βγήκε έξω και κλείνοντάς βιαστικά την πόρτα του σπιτιού άρχισε να κατηφορίζει για το μηχανάκι του προβληματισμένος για το αν θα έπρεπε να πει αυτά που διάβασε στον Ρομπερτ .

Συνεχίζεται kalanapathw





O ΘΡΥΛΟΣ ΤΟΥ ΑΛΚΟΟΛΙΚΟΥ ΔΡΑΚΟΥ

30 06 2009

Μια φορά και έναν καιρό , σε μια χώρα μακρινή , ζούσε ένας καλός βασιλιάς και η πανέμορφη κόρη του , ένα κορίτσι 13 χρονών , που η ομορφιά της όμως ήταν ξακουστή μέχρι τα πέρατα του τότε γνωστού κόσμου.Το βασίλειο όμως δεν ήταν πλέον ούτε πλούσιο , αλλά και οι υππηκόοι του βασιλιά δεν ήταν χαρούμενοι , ούτε χαμογελούσαν. Ο λόγος ήταν ένας μεγάλος και κακός μαύρος δράκος , ο οποίος είχε εμφανιστεί ξαφνικά μια μέρα και άρχισε να καταστρέφει τα χωράφια με τις σοδειές , να τρώει τα κοπάδια των χωρικών και γενικά να προκαλεί χάος στο βασίλειο. Ο βασιλιάς κάτι έπρεπε να κάνει για να σώσει τη χώρα του από το κακό που τους βρήκε. Αποφάσισε λοιπόν να στείλει μία ομάδα αντιπροσώπων του για να κάνει ανακωχή με το δράκο. Όταν η πρώτη ομάδα δε γύρισε πίσω , έστειλε και δεύτερη , αλλά ούτε αυτή γύρισε πίσω…Χρειάστηκε να στείλει αρκετούς απεσταλμένους μέχρι να χορτάσει ο δράκος την πείνα του και να τους αφήσει να μιλήσουν. Μετά από μερικές μέρες , η ομάδα γύρισε πίσω , μερικά άτομα λιγότερη , γιατί ο δράκος πάνω στις διαπραγματεύσεις πείνασε και έφαγε κανα δυο ακόμα , αλλά ο σκοπός είχε επιτευχθεί.Ο δράκος είχε συμφωνήσει να αφήσει ήσυχη τη χώρα , αλλά ως αντίτιμο ήθελε να του φέρνουν κάθε χρόνο 100 ζώα για να φάει , ένα τεράστιο ποσό σε χρυσά νομίσματα καθώς και μία νεαρή κοπέλα , μόλις έκλεινε τα 18 της χρόνια.

Έτσι κυλούσε ο καιρός και μαζί με το βασίλειο μαράζωνε και ο βασιλιάς , ο οποίος έβλεπε τη χώρα του να παρακμάζει λίγο-λίγο. Τον πέμπτο χρόνο , έφτασε η ώρα να ετοιμαστεί ο φόρος για το δράκο. Όλα ήταν έτοιμα , εκτός από την κοπέλα , καθώς η μοναδική στο βασίλειο ήταν η κόρη του βασιλιά , αλλά ο βασιλιάς δεν μπορούσε να αποχωριστεί τη μοναχοκόρη του τόσο απλά. Έτσι λοιπόν πήγαν τα ζώα και το χρυσό στο δράκο , ο οποίος νευρίασε και παραλίγο να φάει τους εκπροσώπους του βασιλιά , αλλά αφού το ξανασκέφτηκε , τους έδωσε διωρία μίας εβδομάδας να του πάνε και την κοπέλα , αλλιώς θα κατέστρεφε όλο το βασίλειο.

Μόλις γύρισαν πίσω οι απεσταλμένοι του βασιλιά και του είπαν τα νέα , το μόνο που σκέφτηκε ο βασιλιάς ήταν να αντιμετωπίσει επιτέλους το δράκο. Βγήκε στο μπαλκόνι του κάστρου του και αφού μάζεψε όλους τους υπηκόους του , είπε: «Όποιος καταφέρει και απαλλάξει τη χώρα μας από το δράκο θα έχει ο ανταμοιβή την κόρη μου για γυναίκα του και θα γίνει βασιλιάς μετά από μένα.» Ακούγοντας αυτά τα λόγια , αρκετοί νέοι εκδήλωσαν το ενδιαφέρον τους και από την επόμενη κιόλας μέρα ομάδες πολεμιστών ξεκινούσαν για να αντιμετωπίσουν το δράκο , με τα σπαθιά τους ακονισμένα και τις πανοπλίες τους γυαλισμένες να αντανακλούν το φώς του ήλιου.

Όταν όμως οι νέοι δε γύρισαν πίσω , όλοι κατάλαβαν τι είχε συμβεί…Αφού λοιπόν είχαν περάσει ήδη οι 5 από τις 7 μέρες της προθεσμίας , εμφανίστηκε μπροστά στο βασιλιά ένας νέος , γιος ενόα απλού αγρότη , κοντά στην ηλικία της πριγκίπισσας , αφού το όμορφο νεανικό του πρόσωπο δεν είχε ακόμα εμφανίσει ούτε ίχνος από γένεια. Κοιτάζοντας το βασιλιά κατάματα , του είπε: «Βασιλιά μου , ξέρω ότι ίσως να μην είμαι και ο κατάλληλος για την κόρη σας , αλλά έχω μία ιδέα για το πώς θα νικήσουμε το δράκο και δε θα μας ξαναενοχλήσει. Από εσάς θέλω μόνο να είναι έτοιμοι οι εκπρόσωποί σας αύριο τα μεσάνυχτα στην έξοδο της πόλης , μαζί με ένα κάρο , το οποίο θα είναι γεμάτο νταμιτζάνες με κρασί. Το γιατί δεν έχει νόημα να σας το εξηγήσω , απλά εμπιστευτείτε με και να είστε σίγουρος ότι όλα θα πάνε καλά.»Ο βασιλιάς , μην έχοντας κάτι άλλο να πει , μέσα στην απελπισία του ,, δέχτηκε.

Ήταν μεσάνυχτα της επομένης , όταν οι απεσταλμένοι του βασιλιά έφτασαν στα σύνορα της πόλης, όμως πουθενά δε φαινόταν ο νέος… Αργά-αργά , μία σιλουέττα άρχισε να διαγράφεται στο σεληνόφως, αλλά πλησιάζοντας , δεν έμοιαζε με άντρα , αλλά με κοπέλα.

«Άντε , τι με κοιτάτε; », είπε το αγόρι , ενώ όλοι τον κοίταζαν απορημένοι , γιατί είχε ντυθεί γυναίκα. Αυτό λοιπόν ήταν το σχέδιό του , να πάει ο ίδιος ως θυσία στο δράκο. Το τι θα κατάφερνε δεν το ήξερε κανείς…

Έπειτα από 2 ώρες δρόμο , φτάσανε στη σπηλιά που είχε τη φωλιά του ο δράκος. Εκεί ο νέος τους είπε να αφήσουν το κάρο και να φύγουν και να περιμένουν να γυρίσει την άλλη μέρα στην π[όλη. Αν δε γυρνούσε , καλύτερα να ετοίμαζαν στρατό για να πολεμήσουν το δράκο.

Στάθηκε έξω από τη σπηλιά και είπε με δυνατή φωνή , αλλάζοντάς την λίγο ώστε να μοιάζει γυναικεία: «Ω παντοδύναμε δράκε , ήρθα , είμαι εδώ ως θυσία σε σένα!»

Ακούγοντας ανθρώπινη φωνή ο δράκος πετάχτηκε έξω. «Επιτέλους , νόμιζα ότι με ξέχασαν!Αλλά ευτυχώς περνούσα δημιουργικά την ώρα μου!» , είπε και γέλασε δυνατά , δείχνοντας τους σωρούς από πανοπλίες , ό,τι είχε απομείνει από όσους προσπάθησαν να τον σκοτώσουν.

«Πριν με φας δράκε , έχω να σου ζητήσω μία τελευταία χάρη , που πιστεύω ότι δεν θα μου την αρνηθείς.» , είπε ο νέος , του οποίου η μεταμφίεση είχε ξεγελάσει το δράκο.

«Να την ακούσω την επιθυμία σου αυτή και μετά θα δούμε αν θα την πραγματοποιήσω» , απάντησε ο δράκος.

«Θα ήθελα πριν με φας να πιούμε λίγο κρασί , το οποίο έφερα από το κελάρι του ίδιου του βασιλιά και είναι το καλύτερο στο βασίλειο.Βλέπεις το κάρο εκεί ; Είναι γεμάτο κρασί της καλύτερης ποιότητας.»

Χωρίς να απαντήσει , ο δράκος πήρε το κάρο μέσα στη σπηλιά και άρχισε να πίνει λαίμαργα το κρασί , το οποίο όντως ήταν πολύ καλό και πολύ δυνατό. Μαζί του έπινε και ο νέος , με μέτρο όμως , γιατί είχε και άλλα πράγματα στο μυαλό του. Αφού μετά από μόλις μία ώρα ο δράκος έπεσε για ύπνο από το ποτό , ο νέος με αργά και όσο γινόταν πιο αθόρυβα βήματα βγήκε από τη σπηλιά και σκαρφάλωσε στην κορυφή της εισόδου , όπου βρήκε μία τεράστια πέτρα.Εκεί , αφού πήρε ένα μεγάλο κομμάτι ξύλο , το σφήνωσε κάτω από την πέτρα με σκοπό μόλις βγει ο δράκος να το χρησιμοποιήσει ως μοχλό και να του ρίξει την πέτρα και να τον σκοτώσει.

«Βοήθεια δράκε , κάποιος θέλει να με κλέψει!» , φώναξε ο νέος και ο δράκος πετάχτηκε αμέσως έξω.

«Ποιος τολμά να κλέβει το φαϊ μου;» ούρλιαζε ο δράκος και έτρεξε έξω.

Εκεί τον περίμενε μια έκπληξη , γιατί δεν έβλεπε κανέναν , ούτε το «φαϊ»του.

«Εδώ πάνω!» , είπε ο νέος τη στιγμή που του έριχνε την πέτρα , καταπλακώνοντάς τον.

Είχε ήδη ξημερώσει και ο στρατός του βασιλείου ξεκίνησε για την τελική μάχη με το δράκο. Εν τω μεταξύ , ο νέος προσπαθούσε να βάλει το νεκρό δράκο στο κάρο και μόλις που τα είχε καταφέρει . Ο στρατός με το παλικάρι συναντήθηκαν στη μέση της διαδρομής και γύρισαν μαζί προς την πόλη με το χαμόγελο ζωγραφισμένο στα χείλη όλων.

Μπήκαν θριαμβευτές από την πύλη , με τους πολίτες να ζητωκραυγάζουν! Φτάσανε μπροστά στο βασιλιά , οποίος γέμισε με χρισάφι το παλικάρι και του έδωσε και την κόρη του να παντρευτεί. Και μετά από χρόνια , το παλικάρι , ο γιος οτυ χωρικού έγινε βασιλιάς και το βασίλειο έγινε όπως παλιά και όλοι ήταν ευτυχισμένοι και ζήσαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα…

dimit031